Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

Μες στο σκοτάδι που καίει


Του Δημήτρη Γκιβίση

Μέσα σε αυτή την σκληρή εποχή που ζούμε, ολοένα και συχνότερα έρχονται και μας κυκλώνουν οι καθημερινές ιστορίες των ανθρώπων, αυτές που διαπερνούν το σώμα, τρυπάνε τα κόκαλα, και σημαδεύουν κατευθείαν στο μυαλό. Είναι οι φωνές των «από κάτω», των «εκτός των τειχών», εκείνων που ανοίγουν δρόμους με οδηγό τους την ανάγκη. «Κλέβω από το σούπερ μάρκετ το γάλα των παιδιών μου…», έλεγε πριν λίγες ημέρες μια άνεργη μάνα τεσσάρων παιδιών στην πρωινή εκπομπή του «μεγάλου καναλιού», στο ίδιο που κάθε βράδυ οι κυνικοί παρουσιαστές του κεντρικού δελτίου οπλίζουν τα μικρόφωνά τους και απειλούν όποιον επιμένει να σκέφτεται, να αγωνίζεται, να διεκδικεί. Και αμέσως μετά, μια ακόμα μαχαιριά: «δεν έχουμε λεφτά να πληρώσουμε τη ΔΕΗ και ζούμε στο σκοτάδι…». Κι όμως, μέσα από το σκοτάδι φαινόταν καθαρά ότι το βλέμμα της έλαμπε. Όπως λάμπει πάντα το βλέμμα των αξιοπρεπών ανθρώπων. Στα αυτιά μου καρφωμένες οι τρεις δολοφονικές λέξεις «ζούμε στο σκοτάδι». Τα μάτια μου κολλημένα στα μάτια της μάνας, μια μικρή
φωτιά που επιμένει να καίει. Το βλέμμα της σκληρό, αποφασιστικό, αμίλητο. Δεν είχε τίποτα από την αυταρέσκεια του Ανδρουλάκη όταν διαφημίζει τα λογοτεχνικά του πονήματα στα πρωινάδικα, από την όψη των φτιασιδωμένων, των πρόθυμων, των ανέραστων.   
Προφανώς για πολλούς -όπως για τον υποψήφιο ευρωβουλευτή της αυτοαποκαλούμενης υπεύθυνης αριστεράς Γιάννη Μπέζο, αυτής της αριστεράς που την υπευθυνότητά της την εγγυάται το ονοματεπώνυμο του επικεφαλής της -βλ. το αμίμητο ψηφοδέλτιο «Δημοκρατική Αριστερά - Πρόεδρος Φώτης Κουβέλης»,- οι ευθύνες βαραίνουν αποκλειστικά την ίδια την μάνα, επειδή τόσα χρόνια κατανάλωνε περισσότερα από αυτά που παρήγε. Ίσως γι΄ αυτό το λόγο, η παραδειγματική τιμωρία που τώρα της αξίζει είναι να ζει στο σκοτάδι και να μην βλέπει το κλίμα που αλλάζει διεθνώς υπέρ της Ελλάδας, σύμφωνα και με τις πρωθυπουργικές διαπιστώσεις.
Όμως ας αφήσουμε την πληκτική συνέντευξη που έδωσε στο tvxs ο άνθρωπος που μας καλεί να αφήσουμε την επαναστατική γυμναστική και να πολιτευτούμε επί της ουσίας. Άλλωστε, έκαστος εφ΄ ω ετάχθη. Το ζητούμενο στη ζωή είναι να παραμένει ο καθένας σταθερός στις αυταπάτες του, ειδικά τώρα που και αυτές δεν αισθάνονται πολύ καλά με «την αριστερά που μπορεί». Κι ας πάμε στα ουσιώδη.
Τον περασμένο χειμώνα, το κίνημα «Δεν Πληρώνω» κατάφερε με την μαζικότητά του να μην κόβεται το ρεύμα σε όσους δεν πληρώνουν το χαράτσι στα ακίνητα. Εν μέσω απειλών, αυτό το χαράτσι αναγκάστηκαν να το πληρώσουν άδικα χιλιάδες άνθρωποι. Την ίδια στιγμή, ο πολιτικός ογκόλιθος για τον οποίο αργότερα χιλιάδες άνθρωποι πλήρωναν δύο ευρώ (χωρίς απόδειξη), για να τον ψηφίσουν πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ με αντίπαλο τον Κανένα, αυτό το χαράτσι το είχε χαρίσει για τους μεγαλοϊδιοκτήτες, με απόφαση που πήρε ως υπουργός Οικονομικών. «Αυτές οι αποκαλύψεις είναι από τον λαϊκιστή τον Φωτόπουλο», θα πουν σύσσωμοι οι εστέτ του κυβερνητικού τρίο. Θαυμαστή η επισήμανση, αλλά παραβλέποντας την κακοφωνία τους, να υπενθυμίσω το αυτονόητο: η εμμονή να κοιτάς συστηματικά το δέντρο, όχι μόνο δεν εξασφαλίζει την απαγκίστρωση από το δάσος, αλλά οδηγεί κατευθείαν και αδιαπραγμάτευτα στον Καιάδα. Τον αληθινό Καιάδα, όχι τον μαϊμού σατανιστή του Μιχαλολιάκου, γνωστό και ως ίνδαλμα του Πέτρου Γαϊτάνου. 
Παρά την τότε νίκη του κινήματος ενάντια στα χαράτσια, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία η ΔΕΗ έχει κόψει το ρεύμα σε περισσότερους από 120.000 καταναλωτές επειδή δεν είχαν να πληρώσουν την κατανάλωση. Στην μνημονιακή Ελλάδα του 2012, μια πτυχή της ανθρωπιστικής καταστροφής που συντελείται είναι ότι χιλιάδες άνθρωποι στερούνται με τη βία (γιατί η φτώχεια είναι μόνο βία και όχι θυσία της κοινωνίας όπως θέλουν να μας πείσουν οι κυβερνώντες και τα παπαγαλάκια τους) ένα κατά κοινή παραδοχή κοινωνικό αγαθό. Ένα αγαθό το οποίο παρόλο που πουλιέται ως εμπόρευμα, δεν χάνει την βασική του ιδιότητα: την ικανοποίηση κοινωνικών αναγκών. Χιλιάδες άνθρωποι δίπλα μας βλέπουν να αλλάζουν οι ζωές τους σε μια στιγμή, με το κατέβασμα ενός διακόπτη, με την εντολή που δίνει κάποιος ανάλγητος γραφειοκράτης. Άνθρωποι που ελπίζουν στο σκοτάδι, που αγγίζονται στο σκοτάδι, που χορεύουν στο σκοτάδι. Εραστές που κάνουν έρωτα χωρίς να κοιτάζονται στα μάτια, παιδιά που παρακαλούν το φεγγάρι να φωτίσει το παιχνίδι τους, βιβλία που μένουν αδιάβαστα στις βιβλιοθήκες. Ποια τραγούδια συντροφεύουν τις ώρες τους; Τι ονειρεύονται μέχρι να ξημερώσει; Πώς γράφονται τα ποιήματά τους όταν δύσει ο ήλιος; Χιλιάδες άνθρωποι ζωντανοί μέσα στο προσωπικό τους καταφύγιο, με τα μάτια κόκκινα, μα όχι από το κλάμα, δεν φτάνουν τα δάκρυα ως εδώ. Από την οργή κοκκινίζουν τα μάτια. Από την οργή και την αξιοπρέπεια, που πάντα φωτίζει τα μάτια των ανθρώπων.   


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου